Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

Ν. Κυνουρία: Αθάνατη Τσακωνιά!

Δύσβατα βουνά και θεόρατοι βράχοι. Καραβοκύρηδες που πλέουν έως τα πέρατα της Γης και αρχοντικά που επισφραγίζουν τους δεσμούς μιας καθοριστικής και μακραίωνης σχέσης. Η γλώσσα που άντεξε, τα έθιμα που σώθηκαν, η έλξη που ασκεί το απόρθητο καταφύγιο της Αρκαδίας.


Η Καλλιόπη Κανάκη (το γένος Ρουσάλη), στο εμπορικό της οικογενείας. Ανεκτίμητες μνήμες φωλιάζουν στα σκονισμένα ράφια
%IMAGEALT%
Τυρός και Λεωνίδιο. Λεωνίδιο και Τυρός. Η πρωτεύουσα και η «συμπρωτεύουσα» της Τσακωνιάς. Τα ανέγγιχτα και απομονωμένα για χρόνια μέρη, που λόγω των δυσπρόσιτων βουνών και της αποκλειστικής προσέγγισής τους διά θαλάσσης, διατήρησαν γλώσσα, ήθη, έθιμα και παραδόσεις.

Η ναυτική πολιτεία της Αρκαδίας. Με την πλάτη στον Πάρνωνα και το βλέμμα να στροβιλίζεται στο Μυρτώο. Με την κάποτε ανεπτυγμένη κτηνοτροφία και τον γόνιμο κάμπο- τον «Κήπο του Διονύσου» κατά τον Παυσανία- από τότε έως σήμερα. Οι επίγειοι δρόμοι χαράχθηκαν το '64.

Τους ίδιους ακολουθείς και τώρα για να τα προσεγγίσεις. Τρεις ώρες απ' την Αθήνα λένε οι οδηγίες. Πιο πολλές θα κάνεις. Θα σταματάς σε κάθε στροφή, θα μάχεσαι με τον εαυτό σου να μη βουτήξεις σε κάθε παραλία, θα μετράς τα χρώματα που φτιάχνει το μπλε όπως τρεμοπαίζουν τα υπόγεια ρεύματα. Οι κόλποι θα διαδέχονται ο ένας τον άλλον και τα λαμπυρίσματα θα σε κρατούν δέσμιο, κοντά τους, μέρα – νύχτα.

Ωσπου θα μυηθείς στην Ιστορία. Θα μάθεις για τον Απόλλωνα Τυρίτα («ιδρυτή» του Τυρού και προστάτη της τυροκομίας), για τον Κολοκοτρώνη και τους Τούρκους που δεν τόλμησαν να πατήσουν το πόδι τους στα τσακώνικα χώματα, για τους ίδιους τους Τσάκωνες που θεωρούνταν φοβεροί και τρομεροί πολεμιστές (ο περιηγητής Ε. Τσελεμπί τους περιγράφει εξωπραγματικούς, με κεφάλια σαν καζάνι, με πρόσωπά που μοιάζουν μ' αυτά των Καλμούκων Τατάρων και φωνή βροντερή που αντηχεί στα βουνά!).

Για τον Αγιο Λεωνίδη, το σώμα του οποίου ξεβράστηκε στην Πλάκα (τις αρχαίες Πρασιές, επίνειο του Λεωνιδίου) και, προς τιμήν του, οι κατατρεγμένοι Πραστιώτες υιοθέτησαν το νέο τους όνομα. Θα ακούσεις διηγήσεις για τους πλούσιους εμπόρους που ταξίδευαν στα πέρατα της Γης, στη Μ. Ασία, στην Κωνσταντινούπολη, στη Μαύρη Θάλασσα και τη Ρωσία, που περιφρούρησαν τα αρχοντικά τους με ψηλούς μαντρότοιχους και σιδερόφρακτα παράθυρα, τα έστησαν με αφειδή πολυτέλεια και αμέριστη φροντίδα.

Τζουμπελούδες και φουστανελοφόροι με φόντο τον Κοκκινόβραχο. Η πεμπτουσία της Τσακωνιάς
%IMAGEALT%
Θα μάθεις για τις τέχνες που συντηρούνται έως σήμερα, για τους χορούς και τα περίτεχνα τσακώνικα υφαντά. Θα ζήσεις τον εορτασμό του Πάσχα - την Ανάσταση θα είναι δικό σου ένα από τα 1.000 αερόστατα που φωτίζουν τον ουρανό. Και όταν γίνει καλοκαίρι, θα γιορτάσεις μαζί τους την ξακουστή τσακώνικη μελιτζάνα, το ονομαστό τους προϊόν, «μαριναρισμένο» με ευρωπαϊκές γευστικές επιρροές και... πολύ τζαζ!

«Μελιτζάζ» ονομάζουν το κάλεσμα, και όπως ακούγεται, έτσι θα 'ναι, απολαυστικό. Και το μόνο που θα σε απασχολεί, πραγματικά, απ' τη στιγμή που θα πατήσεις το πόδι σου, είναι πως δεν θα προλάβεις. Πως ο χρόνος θα είναι λίγος. Πως όσο παραπάνω και αν διαθέσεις, στην Τσακωνιά, δεν θα 'ναι αρκετός.


Στα αρχοντικά των κόκκινων βράχων
Απόκρημνα βράχια ορθώνονται στα σύννεφα, φράζουν τον ορίζοντα, αποτελούν τον φυσικό προστάτη του Λεωνιδίου. Ο 250μ. ύψους κοκκινόβραχος, ο φρουρός της εύφορης κοιλάδας που διατρέχεται από τον χείμαρρο Δαφνώνα, ορίζει σοκάκια και πάνω από 200 αρχοντικά με τη ροδαλή του κορμοστασιά. Συστήνεται στους επισκέπτες, όχι μόνο ως τρανταχτό σημείο αναφοράς, αλλά και ως πολυσύχναστο πεδίο αναρρίχησης.

Στη ράχη του, το οροπέδιο της Βασκίνας, η επικράτεια του κτηνοτροφικού οικισμού που φωλιάζει στις νότιες πλαγιές του Πάρνωνα. Συνέχειά του η Παλαιόχωρα, ο αλλοτινός σιτοβολώνας του γειτονικού Τυρού, με τα κάποτε 17.000 αιγοπρόβατα που αλώνιζαν στα ορεινά βοσκοτόπια έως τα τέλη του '50.

Κάποια καλύβια μετράς τώρα, το κάστρο του Οριώντα και τον δρόμο να ελίσσεται έως το μοναστήρι της Καρυάς, να περιπλέκεται ως τον Πραστό, την «αποσπασμένη» ιστορική πρωτεύουσα της Τσακωνιάς.

Μπουριά, φανάρια και ποτίστρες. Η παράδοση καλά κρατεί στο λευκοσιδηρουργείο του Κυριάκου Νικολούλια
%IMAGEALT%
Είναι να μην το πιάσεις στο στόμα σου. Το μέγα κεφάλαιο «Τσακωνιά». Εν ολίγοις: ο Πραστός, η Καστάνιτσα, η Σίταινα, ο Αγιος Ανδρέας, ο Τυρός, τα Σαπουνακαίικα, τα Μέλανα, το Λεωνίδιο (και μερικοί μικρότεροι συνοικισμοί), συνιστούν την τσακώνικη επικράτεια.

8 μέρη, ξέχωρα. Τα μισά σε έναν δήμο, τα μισά σε άλλον. Τα αρχαϊκά δωρικά κατάλοιπα επιβίωσαν στις χαράδρες και τα πυκνά δάση του Πάρνωνα, διατηρήθηκαν ανόθευτα, ως γλώσσα, ως συνήθειες. Συγκεκριμένα, η τσακώνικη διάλεκτος, θεωρείται η αρχαιότερη ομιλούμενη ελληνική γλώσσα και μία από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Μεγάλη υπόθεση για τους μελετητές. Για τους ίδιους. Και για εσένα.

Ο Δημήτριος Ψαρρολόγος εκ Σαπουνακαίικων, βγήκε βόλτα με τον γάιδαρο στην παραλιακή
%IMAGEALT%
Εδώ και 10 χρόνια σε καλωσορίζουν με δίγλωσσες, ευφάνταστες ταμπέλες, που όχι μόνο προλογίζουν τον εκάστοτε προορισμό, δίνουν και επιπρόσθετες πληροφορίες: «Καούρ εκάνατε τον Αγιελίδη»· το κλασικό «καλώς ήλθατε στο Λεωνίδιο». Ή «μην τσάχετε, όπερ έ τσάχου ό σούνου πάντα» που μεταφράζεται ως: «μην τρέχετε, όποιος τρέχει δεν φτάνει πάντα» και άλλα τέτοια διαβάζεις (φωτογραφίζεις, αποστηθίζεις) σε όλη τη διαδρομή.

Είναι να μην τα αγαπήσεις; Να μην περνούν στο πετσί σου; Να μη σου... λείπουν; Κι άλλα θα σε στοιχειώσουν στον τόπο τους και να το θυμηθείς. Οπως για παράδειγμα, στα Λενιδιώτικα στενά, πόσα λίγα έχουν αλλάξει. Και όταν λέμε στενά, εννοούμε στενά! Τσίμα τσίμα χωράει ένα αμάξι.

Κομμάτι κομμάτι φυγαδεύτηκε απ’ τον Πραστό το τέμπλο της λενιδιώτικης Μητρόπολης
%IMAGEALT%
«Προσοχή τα μπαλκόνια» αναγράφουν οι ταμπέλες και, δεν θες και πολύ για να εντοπίσεις τα σημεία που έχουν ξεκολλήσει τα μάρμαρα. Βέβαια... η δύναμη της πίστης κάνει τα αδύνατα δυνατά. Καραβάνια τα πούλμαν στριμώχνονται στον δρόμο που συνεχίζει στο φαράγγι του Δαφνώνα, προσεγγίζει το βραχομονάστηρο της Ελώνης και 40' αργότερα καταλήγει στον Κοσμά.

Απ' το μηδέν στα 1.000 μ. υψόμετρο. Σε μισή ώρα! Αυτό θα πει αντίθεση... Στο τοπίο, στη διάθεση, σε όλα. Κάτι άλλο αξιοπερίεργο, είναι πως ο παράκτιος δρόμος που αγκαλιάζει την Πελοπόννησο, απ' τη Μονεμβάσια έως το Λεωνίδιο κόβεται μαχαίρι, καθιστώντας το εν λόγω κομμάτι, το μοναδικό «απρόσιτο» όλης της ακτογραμμής!

Πάντως, άπαξ και φτάσεις στο Λεωνίδιο, δύσκολα (ξε)φεύγεις. Λίγο τα ξεφτισμένα χρώματα στους τοίχους που τόσο συνταιριάζονται με τα κόκκινα βράχια, λίγο ο πλούτος των πάλαι ποτέ εφοπλιστών που φανερώνεται στις βοτσαλωτές αυλές, στις οροφογραφίες, στην ολότελα φρουριακή αρχιτεκτονική...

Τα δε παραδοσιακά επαγγέλματα, είναι μάλλον οικογενειακή υπόθεση. Το λευκοσιδηρουργείο του Κυριάκου Νικολούλια λειτουργεί απ' το 1928, το παντοπωλείο της Ειρήνης Σιώρα απ' το 1923, το υφασματάδικο της Καλλιόπης και του Κωνσταντίνου Κανάκη έχει άδεια επιτηδεύματος απ' το 1874 και σφραγίδες 7 γενεών, ο ξυλόφουρνος του Αντρέα Βλάμη καίει από το '20, το τσαγκαράδικο του Γεώργιου Κουλενδριανού αφήνει τα δικά του αποτυπώματα στον χρόνο κ.ο.κ. Φαντάσου πλούτο στα ράφια, φαντάσου ιστορίες που θα σου εκμυστηρευτούν «από τότε που ο μοναδικός δρόμος, ήταν απ' τη θάλασσα»...

Ούτε που μπορείς να το συνειδητοποιήσεις. Είναι, πάντως, θαύμα πώς σώθηκαν τόσα σπίτια. Η πλειονότητά τους στέκει σε άριστη κατάσταση και επιπλέον, κατοικείται. Τρία, μάλιστα, θεωρούνται ως τα μεγαλοπρεπέστερα προεπαναστατικά μνημεία της Πελοποννήσου: το Αρχοντικό Κατσικογιάννη (1807), ο Πύργος Πολυτίμου (1816) και τρίτο και καλύτερο, ο αριστουργηματικός Πύργος Τσικαλιώτη.

Το ολόγιομο φεγγάρι στεφανώνει το Λεωνίδιο
%IMAGEALT%
Ετος ιδρύσεως 1808. Ούτε μία ρωγμή. Ψηλός μαντρότοιχος, τουφεκίστρες, ένας πυργίσκος μοναδικός στην Ελλάδα. Ενα αυτόνομο και απόρθητο φρούριο με στοιχεία βυζαντινά και ανατολίτικα, με σκαλιστά ταβάνια, με μυστικές κρύπτες, με στοά διαφυγής.

Είναι να μη γνωρίσεις τον Ανδρέα Κόκκορη. Να μη σε πάρει απ' το χέρι, να σου δείξει τις λεπτομέρειες που ανακάλυψε μετά από χρόνια (εθελοντικής) εργασίας ως αποκλειστικός του ξεναγός. Είναι το μοναδικό επισκέψιμο, μα δίπλα του, οι πόρτες ανοίγουν, οι κάτοικοι αντιλαμβάνονται πως πρέπει να μπορείς να τα θαυμάσεις.

Μοναδικές οροφογραφίες βρίσκεις σ’ όλα τα αρχοντόσπιτα. Εδώ, στης κυρίας Κανάκη
%IMAGEALT%
Σου μιλά και για τη φάμπρικα που θα στεγάσει το πνευματικό τους κέντρο, κοντοστέκεται στη Μητρόπολη όπου φυλάσσεται το τέμπλο της «γυμνής» μητρόπολης του Πραστού, θυμάται και τον Χατζηπαναγιώτη, που ήταν, λέει, ο πιο πλούσιος έμπορος - γεγονός που απηχείται στα ενδότερα του σημερινού ξενώνα όπου σώζεται ένα από τα καλύτερα διατηρημένα βοτσαλωτά.

Ο,τι και αν κάνεις, θα είναι υπό το βλέμμα των τριών ανεμόμυλων που κατεβαίνουν σύριζα τα απόκρημνα βράχια. Σηματοδοτούν τα «περιβόλια», τον κάμπο· ο μόνος που «μπαίνει» ανάμεσα στο «Λενίδι» και τη θάλασσα.


...μετά λιμένος αλιέων και στόλου εμπορικού»
Το απέραντο γαλάζιο της Πλάκας
%IMAGEALT%
Ο Τυρός γραφεί τη δική του ιστορία. Από την εποχή του Παυσανία ακόμα, που περιέλαβε στα «Λακωνικά» του το παραπάνω απόφθεγμα. Και στις γειτονιές του μιλιούνται περισσότερο τα Τσακώνικα, είναι γεγονός. Τα ακούς στο λιμάνι με τα ψαροκάικα, στο μαγαζί της Αγγελικής Ψαρρολόγου (μιας από τις τελευταίες εν ενεργεία ανυφάντρες), στα σοκάκια του Ανω Τυρού και των Σαπουνακαίικων. Συνεννοούνται, λες, με μυστικούς κωδικούς και κοιτούν την Ανατολή, πάντα τη θάλασσα.

Κάθε τυριώτικο σπίτι και ένας ναυτικός. Φυλάνε στους κόλπους τους μια μακραίωνη ιστορία. Ο δρόμος εδώ, δόθηκε το '58, νωρίτερα απ' ό,τι στο Λεωνίδιο. Εως τότε, τα καΐκια μετέφεραν ανθρώπους και εμπορεύματα στον έξω κόσμο, στον Πειραιά. Ποιον Πειραιά; Το Αιγαίο και τη Μεσόγειο όργωναν, κατά εκατοντάδες ταξίδευαν στα ποντοπόρα πλοία!

Τη δεκαετία του '60, το 80% των νέων έφυγε για τη θάλασσα. Η Τσακωνιά έφτασε στην Αμερική, στον Καναδά, στην Αυστραλία. Νοικοκυραίοι καθώς ήταν, επένδυσαν στον τόπο τους και έκαναν τη διαφορά. Πάνω από 1.000 ενοικιαζόμενα, πάνω από 2.500 κλίνες μεταμόρφωσαν την παραλία Τυρού σε διάσημο παραθεριστικό κέντρο – εκεί όπου έβρισκες μόνο 10 σπίτια.

Τα σκαρφαλωμένα στην πλαγιά Σαπουνακαίικα και Ανω Τυρός, λόγω της ομορφιάς (και της απρόσκοπτης θέας τους) «μεταβιβάστηκαν», σιγά σιγά, σε χέρια Αθηναίων και ξένων· οι κάτοικοί τους σκόρπισαν στα παράλια, για ακόμα μία φορά.

Δεν τους κακολογείς. Η ακτογραμμή τους είναι αξιοζήλευτη. Απ'το Τσέρφο έως το Κρυονέρι, απ'το Ζαρίτσι έως το Τηγάνι, τον Τυρό, τον Λυγεριά, τον Κίσακα, το Λιβάδι. Ελιές κρέμονται στη θάλασσα και οι κεραμοσκεπές γλιστρούν στο Μυρτώο...

Στον δρόμο προς Βασκίνα ξεδιπλώνεται ένα απίθανο λενιδιώτικο πανόραμα
%IMAGEALT%
Η αμμουδιά του Τυρού ξεκινά από το ακρωτήριο Τρίκερι - το κούφιο βουνό όπου για 70 χρόνια δούλευαν τα μεταλλεία βαρύτη. Η «μύτη» της κλείνει κάτω απ' τον λόφο του αρχαίου κάστρου. Ωραίο μονοπάτι αυτό και ακόμα ωραιότερο αγνάντι· ξεχωρίζεις ένα ένα τα «καρφιτσωμένα» σπίτια των απέναντι βουνών.

Πίσω της, η ακτή του Λυγεριά με τους τρεις μύλους, απ'την οποία, λένε, προέρχονται όχι ένα και δύο, αλλά όλα τα βοτσαλωτά των Σπετσών! Και η Σαμπατική. Το τέλειο ημικύκλιο, το απόλυτο ψαροχώρι. 30 κάτοικοι και όλοι ψαράδες - δεν βρίσκεις άλλο επάγγελμα, τον κόσμο να χαλάσεις.

Πραγματευτής και Μέλανα οι ορεινοί τους οικισμοί. Οπου και να στραφείς, με θαυμασμό το κάνεις. Από τα Μέλανα περνάς αν θες να φτάσεις με όχημα στο Ιερό του Απόλλωνα - νυν ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία. Μετά χιλίων βασάνων, βέβαια, καθώς η σηματοδότηση στις (δεκάδες) διακλαδώσεις, είναι κάτι περισσότερο από ανεπαρκής.

Εναλλακτικά, ακολουθείς το μονοπάτι απ' τα Σαπουνακαίικα που ξεκινά στη βρύση του Δικαίου. Και ευκαιρίας δοθείσης, κάνεις και μια στάση στην ταβέρνα Κονάτσι (σπίτι στα τσακώνικα), να πάρεις δυνάμεις, να χορτάσεις αγνάντι. Ή συνεχίζεις, αν αντέχεις, στα σοκάκια του Ανω και Κάτω Τυρού.

Στις δυο αντικριστές γειτονιές με τις βρύσες, τις νεράιδες, τα μονοπάτια που σκαρφαλώνουν στα βράχια του Αλή. Πόσες ιστορίες άκουσες από τον Νικήτα Γκουβούση, τον δάσκαλο; Μακάρι να μπορούσες να τις μεταφέρεις αυτούσιες, να γράψεις για χάρη του ένα λαογραφικό βιβλίο.

Η «καρδιά» του σύγχρονου Τυρού απ’ το κάστρο
%IMAGEALT%
Πάντως δεν υπάρχει καλύτερος ξεναγός. Να σε περάσει απ' τον χείμαρρο του Μπόνα, να σε πάει στο παλιό σχολειό, στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου - μετόχι της Μονής Καρυάς (καρυδιάς). Να σου δείξει την άγρια ομορφιά, να μοιραστεί μαζί σου ιστορίες για το λιμάνι του Αγ. Χριστοφόρου, για τη Μεγάλη Σέλα, το Σπαθί και το Πριόνι, τις κοφτές «μύτες» που υψώνονται στα 1. 000 μ. απ' τη στάθμη της θάλασσας.

Σκέψου πως βρίσκεσαι μόλις 4 χλμ. από την παραλία Τυρού. Ονειρο, άσε... Βουνά, χαράδρες, στην πλάτη σου το οροπέδιο της Παλαιόχωρας και κάπου στον Νότο, το Λεωνίδιο. Σου ξεφούρνισε κάτι και για το 3ωρο μονοπάτι που τα ενώνει, πως παλιά, όποιος έφτανε έως εκεί θεωρούταν κοσμογυρισμένος!

Τι θα έλεγαν, δηλαδή, αν έφτανες στην Αμυγδαλιά, στο Πηγάδι, στο Φωκιανό; Αλλος ανέγγιχτος παράδεισος - το πιο απομακρυσμένο σημείο της παραλιακής διαδρομής. 2 κάτοικοι που ξεχειμωνιάζουν, 2 ταβέρνες που... ξεκαλοκαιριάζουν και όλοι οι σκαφάτοι να αγκυροβολούν εκεί. Είναι κι ο υγρότοπος, είναι και το απάνεμο λιμάνι... Πού να πρωτοσταθείς...

Γιατί τα Πούλιθρα; Το λιμάνι-συνέχεια της Πλάκας, με τα παραδοσιακά σπίτια, τη βοτσαλωτή παραλία, τα κάθετα βράχια... Χρόνο. Απειρο χρόνο. Αυτό ζητάς για να χορτάσεις τα θαύματα επί Γης.

ΠΗΓΗ:thetravelbook

Δεν υπάρχουν σχόλια :