Η κρίση που ξέσπασε το 2008 συνεχίζεται. Αποδεικνύεται πολύ πιο βαθιά και ανθεκτική από ό,τι κάποιοι είχαν υπολογίσει ή ελπίσει. Ο κόσμος αλλάζει -μαζί του και η Ευρώπη. Το «όραμα» έχει ξεθωριάσει και το ευρώ της αμφισβητείται από ολοένα περισσότερους, κυρίως εντός συνόρων. Παλιές διαχωριστικές γραμμές σβήνουν και χαράσσονται νέες.
Ταμπού δεκαετιών καταρρέουν, σαν χάρτινοι πύργοι. Παραδοσιακά κόμματα κινδυνεύουν με διάλυση, ενώ άλλα σπεύδουν να καλύψουν το κενό που αφήνουν, παλιά ή καινούργια, (ακρο)δεξιά ή (ακρο)αριστερά. Τα κοινωνικά συμβόλαια αναθεωρούνται. Οι πολίτες επανακαθορίζουν τη σχέση τους με την πολιτική, με τους μηχανισμούς διαμεσολάβησης, αλλά και με όσους ζουν δίπλα τους. Κυρίως με τις μειονότητες.
Απέναντι σε αυτή την κοσμογονία, η χώρα που μέσα σε 60 χρόνια βρέθηκε από τα ερείπια ξανά στην κορυφή δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη.
Το γεγονός ότι η Γερμανία βγαίνει... στεγνή από το τσουνάμι της περασμένης πενταετίας, όταν όλοι σχεδόν οι εταίροι της έχουν βυθιστεί στον βούρκο του χρέους, των ελλειμμάτων, της ύφεσης και της κρίσης αξιών, δεν σημαίνει ότι μπορεί να κοιμάται ήσυχη. Όχι μόνο επειδή η δική της Τροία, της ασφάλειας και της ευημερίας, μπορεί να πέσει προτού το καταλάβει. Αλλά επειδή το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις δικές της επιλογές -όπως και η ίδια εξαρτάται από αυτό.
Η ελίτ της Γερμανίας, μαζί και τα 80 περίπου εκατομμύρια των πολιτών της, καλούνται να πάρουν κρίσιμες αποφάσεις. Οι εξελίξεις το απαιτούν και μάλιστα επιτακτικά. Από τη μία, η κρίση έχει φτάσει σε σημείο καμπής, καθώς το μοντέλο διαχείρισης των τελευταίων ετών αμφισβητείται έντονα και το Βερολίνο ίσως βρεθεί σύντομα αντιμέτωπο με νέους και απρόβλεπτους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς -ενδεχομένως και με ένα κύμα αντιευρωπαϊσμού και αντιγερμανισμού. Από την άλλη, ένας νέος «πόλεμος των πολιτισμών» μοιάζει έτοιμος να ξεσπάσει στο έδαφος της Ευρώπης και της Γερμανίας, με το Ισλάμ και τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων μουσουλμάνων να κινδυνεύουν να βρεθούν στο περιθώριο, θύματα των «σταυροφόρων» του 21ου αιώνα -μαζί με τις αξίες του διαφωτισμού και τις ατομικές ελευθερίες.
Τα μάτια της Ευρώπης στρέφονται σήμερα στη Γερμανία.
Η «απειλή» του... εξισλαμισμού
«Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια» ή Deutschland ueber alles...
«Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια» ή Deutschland ueber alles...
Ήταν Τρίτη και 13 Ιανουαρίου του 2015 όταν η Άγκελα Μέρκελ, έχοντας δίπλα της τον πρόεδρο της Γερμανίας, Γιόακιμ Γκάουγκ, τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και ηγέτη του SPD, Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, δεκάδες υπουργούς και πολιτικούς από όλα σχεδόν τα κόμματα, καθώς και τους επικεφαλής των σημαντικότερων μουσουλμανικών οργανώσεων της χώρας, βρέθηκε στην Πύλη του Βρανδεμβούργου, θέλοντας να στείλει ένα σαφές μήνυμα: Ότι η ίδια και η κυβέρνησή της δεν θα επιτρέψουν να φτιαχτεί ένα νέο Τείχος στη Γερμανία, ότι δεν θα ανεχτούν την αναβίωση του ρατσισμού, του νεοναζισμού και της κήρυξης ενός καταστροφικού για τη χώρα και την Ευρώπη «πολέμου» με το Ισλάμ και τους πιστούς του.
Με τον τρόπο αυτό, η «σιδηρά καγκελάριος» ξεκαθάρισε, με τον πλέον συμβολικό τρόπο, ότι η συμμετοχή της -δύο ημέρες νωρίτερα- στη μεγαλειώδη Πορεία για τη Δημοκρατία που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι δεν σήμαινε επ' ουδενί ότι συμμερίζεται τα ξενοφοβικά ξεσπάσματα της κοινωνίας, ούτε την συλλήβδην αποκήρυξη και περιθωριοποίηση του Ισλάμ. Αυτό, εξάλλου, διαβεβαίωσε και τον Τούρκο πρωθυπουργό, Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος έσπευσε να βρεθεί στο πλευρό των περίπου τριών εκατ. συμπατριωτών του που ζουν και εργάζονται στη Γερμανία και αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνική μειονότητα και, ταυτόχρονα, την πλειοψηφία των μουσουλμάνων της χώρας.
Δεν έχουν, όμως, όλοι οι Γερμανοί την ίδια άποψη με τη Μέρκελ -κι αυτό είναι, ίσως, το μοναδικό θέμα που οι θέσεις της δεν είναι κυρίαρχες, αμφισβητούνται έντονα και, σύμφωνα τουλάχιστον με κάποιες δημοσκοπήσεις, αποτελούν ήδη μειοψηφία στην κοινωνία. Για του λόγου το αληθές, το ρεκόρ προσέλευσης στη νέα διαδήλωση του κινήματος Pegida (Πατριώτες Ευρωπαίοι κατά της Ισλαμοποίησης της Δύσης) στη Δρέσδη, την προηγούμενη ακριβώς ημέρα -πάνω από 25.000 εκτιμούν οι αρχές- απέδειξε ότι οι εκκλήσεις που είχαν απευθύνει τόσο η Μέρκελ όσο και άλλοι κορυφαίοι πολιτικοί μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι, για την αποφυγή εκδηλώσεων που εντείνουν το «μίσος» και τη διάθεση εκδίκησης, είχαν πέσει στο κενό.
Στις 7 Ιανουαρίου, άλλωστε, την ίδια δηλαδή ημέρα με την επίθεση στα γραφεία της Charlie Hebdo όπου δολοφονήθηκαν 12 άνθρωποι, αντιπροσωπεία της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD), των δεξιών ευρωσκεπτικιστών που μετρούν λιγότερα από δύο χρόνια ζωής αλλά είναι το πιο δυναμικά ανερχόμενο κόμμα της χώρας (όπως φαίνεται και στα εκλογικά του αποτελέσματα) συναντώνταν με εκπροσώπους του Pegida, στο οποίο είναι σαφές ότι το πιο διακριτό στίγμα εκπέμπουν οι ακροδεξιές ιδέες και το «Πατρίς - Θρησκεία - Οικογένεια». Και σαν να μην έφτανε αυτό, αρκετά στελέχη των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών, παραδοσιακών εταίρων του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, δεν διστάζουν να κλείσουν το μάτι στο Pegida, την AfD και την ισλαμοφοβία, με το επιχείρημα ότι αφουγκράζονται τις τάσεις στην κοινωνία.
Έτσι, σε συνέντευξή της που δημοσιεύτηκε στο χθεσινό φύλλο της συντηρητικής εφημερίδας Frankfurter Allgemeine Zeitung, η Μέρκελ αναγκάστηκε να προχωρήσει σε μια δήλωση που, σε μεγάλο βαθμό, μπορεί να θεωρηθεί «διορθωτική»: «Κατανοώ -είπε- τα πολυάριθμα προβλήματα που ανησυχούν πολλούς πολίτες, όπως τα αναμφισβήτητα ζητήματα που εγείρει η μετανάστευση, ακόμη κι αν συνιστά ένα κέρδος και μια αναγκαιότητα για εμάς». Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η Μέρκελ είναι αναγκασμένη εδώ να επιδοθεί σε μια πολύ δύσκολη άσκηση ισορροπίας -την οποία, εκτός των άλλων, επιβάλλει και η μετακίνησή της προς το πολιτικό «Κέντρο», με στόχο να περιορίσει σταδιακά ακόμη περισσότερο την επιρροή των Σοσιαλδημοκρατών, η οποία όμως αφήνει μεγάλο κενό στα δεξιά του πολιτικού σκηνικού. Εκεί, δηλαδή, όπου υπάρχει μεγάλη... κινητικότητα, τόσο λόγω των εξελίξεων στην Ευρωζώνη όσο και επειδή αρκετοί Γερμανοί συνειδητοποιούν ότι δεν θα παραμείνουν ες αεί αλώβητοι από την κρίση. Εάν δεν «πέσει από το σκοινί», ίσως καταφέρει να θέσει σε αποδεκτά πολιτικά «καλούπια» την (ακρο)δεξιά κοινωνική διαμαρτυρία, χωρίς να διακινδυνεύσει την αναβίωση και ενίσχυση της απειλής που προέρχεται από τα ανοιχτά νεοναζιστικά κόμματα, όπως είναι το NPD. Σε αντίθετη περίπτωση, η Γερμανία θα βρεθεί μπροστά σε μεγάλες ανατροπές -μαζί της, αναγκαστικά, και η Ευρώπη.
Στα όρια του «κραχ» το ευρωπαϊκό οικοδόμημα
Εκτύπωση, «κούρεμα» ή... Τιτανικός της Ευρώπης
Εκτύπωση, «κούρεμα» ή... Τιτανικός της Ευρώπης
«Ο γερμανικός λαός και οι ηγέτες του πρέπει να συμφιλιωθούν με την αλήθεια ότι η οικονομία της Γερμανίας δεν είναι ένα νησί, αλλά τμήμα της ευρωπαϊκής», σημείωνε αυτή την εβδομάδα σε κύριο άρθρο του ο γνωστός και συνήθως έγκυρος ιστότοπος European Voice, προειδοποιώντας τους πολίτες και τους πολιτικούς της ισχυρότερης χώρας της Γηραιάς Ηπείρου να πάψουν να έχουν αυταπάτες. Σημείωνε δε ότι σύντομα θα βρεθούν αντιμέτωποι με δύο προκλήσεις που θα τους αναγκάσουν να συνειδητοποιήσουν την πραγματικότητα: Αφενός, την έναρξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ και, αφετέρου, τις εκλογές στην Ελλάδα και άλλες χώρες που θα φέρουν στην εξουσία ή θα ισχυροποιήσουν κόμματα που επικρίνουν τις πολιτικές λιτότητας.
Για την ώρα, είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι στη Γερμανία μοιάζουν να αρνούνται (ή φοβούνται...) να συνειδητοποιήσουν τις μεγάλες αλλαγές που έρχονται και να τολμήσουν τις αναγκαίες αναπροσαρμογές στην πολιτική τους. Ένας εκ των εκδοτών της γερμανικής συντηρητικής εφημερίδας FAZ, για παράδειγμα, σε πρωτοσέλιδο άρθρο του που δημοσιεύτηκε την περασμένη Πέμπτη, έσταζε κυριολεκτικά... χολή για τις πρωτοβουλίες της ΕΚΤ, γράφοντας ότι «πρακτικά, εισάγει από την πίσω πόρτα τα ευρωομόλογα και την αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους στην Ευρωζώνη, χωρίς μάλιστα να διαθέτει την απαραίτητη νομιμοποίηση γι' αυτό».
Στην υπόλοιπη Ευρώπη, όμως, η κατάσταση είναι διαφορετική. Αργά ή γρήγορα, τόσο οι απλοί πολίτες όσο και μεγάλο τμήμα των ελίτ κατανοούν ότι η σκληρή και άτεγκτη δημοσιονομική πολιτική που έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα από το ξέσπασμα της κρίσης όχι απλώς δεν έχει φέρει αποτελέσματα και δεν έχει δώσει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα, αλλά αντιθέτως έχει πολλαπλασιάσει τα αδιέξοδα -καταφέροντας, παράλληλα, ένα ισχυρό πλήγμα στο κύρος της Ε.Ε. και του ευρώ. Συνειδητοποιούν δε ότι το μόνο ουσιαστικό αποτέλεσμα ήταν να ενισχυθεί η γερμανική οικονομία και η πολιτική ηγεμονία του Βερολίνου στην Ευρώπη.
Οι αριθμοί δεν αφήνουν πολλά περιθώρια παρερμηνειών. Πέρυσι, μόνο το δημόσιο χρέος των 18 χωρών-μελών της Ευρωζώνης έφτανε τα 9,1 τρισ. ευρώ ή το 94% περίπου του συνολικού ΑΕΠ τους. Κατά συνέπεια, ένας απλός μαθηματικός υπολογισμός μάς δείχνει ότι για να αποπληρωθεί αυτό το ποσό (χωρίς να συνυπολογίζονται οι τόκοι...) θα πρέπει για τον επόμενο μισό αιώνα να συμβούν τα εξής: Όλα τα κράτη να έχουν ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης να είναι της τάξης τουλάχιστον του 2% και το «κέρδος» αυτό να κατευθύνεται όλο στην εξυπηρέτηση του χρέους. Πρακτικά, πρόκειται για ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας -επειδή με τα σημερινά δεδομένα ακόμη και αυτός ρυθμός ανάπτυξης είναι εξωπραγματικός, επειδή η αποπληρωμή του χρέους και ο ισοσκελισμός των προϋπολογισμών θα οδηγούσε σε διαρκή στασιμότητα ή ύφεση, επειδή υπάρχει και ένα τεράστιο ιδιωτικό χρέος που πρέπει επίσης να εξυπηρετηθεί και για πολλούς ακόμη λόγους.
Παρά τις όποιες αντιδράσεις, λοιπόν, τα επιτελεία της γερμανικής καγκελαρίας γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να κρύβουν ες αεί το πρόβλημα κάτω από το χαλί, καθώς κινδυνεύει να ανατινάξει στον αέρα όλο το εγχείρημα της Ε.Ε. και του ευρώ.
Ημίμετρα και «ασπιρίνες», όπως η παράταση του χρόνου αποπληρωμής και η μείωση των επιτοκίων, πείθουν ολοένα λιγότερους και, πάνω από όλα, δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στη ρίζα του. Ήδη, λοιπόν, έχει ξεκινήσει μια έντονη και δημόσια διαπάλη αναφορικά με το τι μέλλει γενέσθαι, η οποία εντείνεται με αφορμή τις εκλογές στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση, οι Γερμανοί ξέρουν καλύτερα από τον καθένα πως οι λύσεις είναι συγκεκριμένες: είτε το αθρόο τύπωμα χρήματος από την ΕΚΤ, είτε ένα γενναίο και συνολικό «κούρεμα» του χρέους, είτε ένας συνδυασμός των δύο. Η πρώτη λύση είναι πιθανό να μη φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ιαπωνίας.
Η δεύτερη ενέχει τεράστιους κινδύνους, καθώς συνεπάγεται με βίαιη καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και αναδιατάξεις στις οικονομικές και επιχειρηματικές ελίτ. Η δε τρίτη απαιτεί πρωτίστως πολιτική συνεννόηση, η οποία μοιάζει να είναι εξαιρετικά δύσκολη στη σημερινή Ευρώπη. Βεβαίως, μπορούν πάντα να επιλέξουν να κάνουν την Ευρώπη, Ουκρανία...
Του Γιώργου Παυλόπουλου
ΠΗΓΗ:imerisia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου